Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

(6)


Βυθισμένη στις σκέψεις μου, ένιωσα ζεστά τα μάτια μου, κι ένα δάκρυ κύλησε, χωρίς βλεφάρου βοήθεια, στο μάγουλο μου. Έκλαιγα. Για μία ακόμη φορά το αίσθημα της μοναξιάς με έκανε να πονέσω τόσο ώστε ασυναίσθητα να κλάψω. Δεν άντεχα άλλο. Ευχόμουν τώρα πια να σταματήσω να ονειρεύομαι. Να σταματήσω να κάνω αυτό που μου έδινε κάθε νύχτα μία παράταση ζωής. Να πάψω να χρησιμοποιώ τον μόνο τρόπο ώστε να είμαι κοντά του. Σκούπισα με ένα καθαρό κομμάτι ύφασμα τα δάκρυα μου και τα έβαλα κάτω από το μαξιλάρι μου. Θέλησα να το κρατήσω. Να το έχω σαν φυλαχτό. Θέλησα να φυλακίσω  τα δάκρυα μου γιατί έτσι ο άγγελος που γεννήθηκε από μέσα τους, πάντα μαζί μου όταν το κρατώ στα χέρια μου. Με αυτή την ελπίδα αποκοιμήθηκα. Βάρυνε το βλέμμα μου και αφέθηκα στην αγκαλιά του δικού μου θανάτου. Με έναν αναστεναγμό που φανέρωνε ολική παραίτηση, έκλεισα την πόρτα του κόσμου και με ένα βήμα ξεκίνησα να πέφτω σε απέραντο κενό. Η ζωή μου ήταν απλά ένα όνειρο στο δρόμο του θανάτου. Αυτό το ατελείωτο κενό που ένιωθα να πέφτω τώρα που έκλεινα τα μάτια, ήταν η μόνη αλήθεια. Ήταν μία από τις πιο ανήσυχες νύχτες μου. Ούτε μια εμφάνιση. Μόνο σκέψεις. Σκέψεις που τα μάτια του νου μου αντίκριζαν και προσπαθούσαν να αγνοήσουν. Μα κανένα αποτέλεσμα. Σαν ζεστά καρφιά χτυπούσαν την ψυχή μου και την βασάνιζαν καταδικάζοντας την να μένει καρφωμένη μέσα στο νεκρό αυτό σώμα. Φοβόμουν. Έτρεμα την δική μου τιμωρία. Την τιμωρία που εγώ θα επέβαλα στον εαυτό μου. Ήθελα να είμαι ελεύθερη. Δίχως το μαύρο  νέφος μέσα μου. Να σπάσω τις αλυσίδες που με κρατούσαν μακριά απ’ ότι έβλεπα. Σχεδίασα ένα παράδεισο και αυτοεξορίστηκα γιατί άρχισα να γίνομαι ένας δαίμονας. Ήταν τόσο τέλεια όλα, όμως παρέμεναν στην φαντασία. Ήταν τόσο κοντά στην σκέψη ώστε να είναι τόσο μακριά να τα αγγίξω… 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου